Τσακώνονται τα ογδονταχρονα κορίτσια !

Στο δωμάτιο επικρατούσε η απόλυτη αναρχία.

Ένα κορδόνι ανάμεσα στα δυο κρεβάτια χώριζε το δωμάτιο  με τη γραμμή του Αττίλα. Η Θεανώ λιβάνιζε το δωμάτιο που μοιραζόταν με τη Πέρσα και ταυτόχρονα έψελνε…

–        «Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν»

Η Πέρσα έκανε αντιπερισπασμό με Τερζή

– «Ήταν παλιόκαιρος τη μέρα που σε γνώρισα»

– Θεέ μου, συγχώρεσέ τη την αμαρτωλή, ψιθύριζε η Θεανώ

– «Συγνώμες κι άλλα θύματα θα πάρουνε τα κύματα, βουλιάζεις την ελπίδα που κρατάω…»

– «Τη Θεοτόκω εκτενώς νυν προσδράμωμεν, αμαρτωλοί και ταπεινοί και προσπέσωμεν …»

– Σκάσε ρε Θεανώ.

– Εσύ να σκάσεις, γριά γυναίκα. Τα κοκκινάδια και τα τραγούδια σε μάραναν.

– Τι πάθατε, ρε κορίτσια? Για όνομα του Θεού! Φώναξε έξαλλος ο ανιψιός, ενώ εκείνη προσπαθούσε να πνίξει τα γέλια της.

–        Δες, δες τι μου ΄χει κάνει! Κρέμασε τα καπέλα της από τη δική μου μεριά . Πάνω στα δικά μου καρφιά.

–        Και καλά κάνω! Ούρλιαξε η Πέρσα

–        Πάει ο άγιος Φανούριος, πάει κι ο άγιος Πατάπιος ! Μου τους έκρυψε με τα παρδαλά της καπέλα.

Πάνω στο κρεβάτι της Θεανώς φιγουράριζαν όλοι οι «εραστές» που πέρασαν από τη ζωή της. Από τον άγιο Νεκτάριο της Αίγινας έως τον Πατάπιο του Λουτρακίου. Στη μεριά της Πέρσας, κολιέ, πολύχρωμα μαντήλια και καπέλα. Όσο για το Ρήγα και το Βαλέ, πρωτοκαθεδρία στο κρεβάτι.

–        Τους έκρυψα τους αγίους σου γιατί, όταν τους βλέπω, έρχομαι σε οργασμό.

–        Πάρ’ τα, ηλίθια! Συνέχισε η Θεανώ και μια μούντζα εκσφενδονίστηκε προς τη πλευρά της Πέρσας.

–        Έλα, Πέρσα, σταματήστε, της έκανε νόημα ο ανιψιός.

–        Ξέρεις τι μου έκανε τη νύχτα? Την ώρα που κοιμόμουν μου έριχνε ψίχουλα από αντίδωρο στο στόμα, για να συγχωρεθούν, λέει, οι αμαρτίες μου. Θα μ’ έπνιγε η τρελή. Από το βήχα ξύπνησα.

–        Έλα, θεία, υπερβάλλεις!

–        Υπερβάλλω ε? Για να ποτίσουν τα ρούχα σου μοσχολίβανο και θα σου πω εγώ. Βγήκα με το Γιώργο και νόμιζε ότι τον απατώ με καντηλανάφτη.

–        Με τον Γιάννη δεν μου είπες ότι θα έβγαινες, μωρή  αθεόφοβη!  Της φώναξε υποτιμητικά η Θεανώ κάνοντας μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας.

–        Άλλαξα γνώμη στο δρόμο.

–        Φτου σου, κολασμένη! Δυο δυο τους έχεις τους άντρες?

–        Και δυο που έστειλα στα θυμαράκια τέσσερις.

–        Ανάθεμά σε! Δε θα λιώσεις άμα πεθάνεις.

–        Γιατί θα λιώσεις εσύ?

–        Όλες οι παρθένες λιώνουν.

–        Ναι! Από κατακράτηση υγρών, λόγω αγαμίας.

 

 

The URI to TrackBack this entry is: https://didymina.wordpress.com/2011/10/05/%cf%84%cf%83%ce%b1%ce%ba%cf%8e%ce%bd%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%ce%b9-%cf%84%ce%b1-%ce%bf%ce%b3%ce%b4%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%cf%87%cf%81%ce%bf%ce%bd%ce%b1-%ce%ba%ce%bf%cf%81%ce%af%cf%84%cf%83%ce%b9/trackback/

RSS feed for comments on this post.

One CommentΣχολιάστε

  1. Χαίρομαι που σας διάβασα . Πράγματι από όλους τους ζωντανούς οργανισμούς , ειδικά ο Άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο που νομίζει ότι είναι παντογνώστης , και θέλει σώνει και καλά να επιβάλλει την γνώμη του έστω και με τη βία . Τοιουτοτρόπως αντί να εκμεταλλευθεί την ηδονή που του χαρίζει η φύσης σε αποζημίωση της διαιώνισης του είδους , γίνεται θύμα των προκαταλήψεων.
    Αντί να συνεργαστεί με τον συγκάτοικο , απομακρύνεται. Σε τρόπο που να διαταράσσει την ηρεμία του . Με αποτέλεσμα αντί να είναι ευχαριστημένος να είναι δυστυχισμένος .
    Πράγμα που δεν συμβαίνει στα Ζώα. Σας ευχαριστώ
    spzografos.wordpress.com


Σχολιάστε