Χιούμορ

Χρησιμοποιούσε το χιούμορ, σαν φάρμακο σε τακτά χρονικά διαστήματα για να τη βγάζει από τον φανταστικό κόσμο των ιδεών που είχε μάθει να τρυπώνει όλα της τα χρόνια.

Ένοιωθε πως ο αντίλογος και η φλυαρία δεν ευδοκιμούν σε κάποιες περιπτώσεις, ενώ η σιωπή ή το αληθινό χιούμορ, με εύθυμη διάθεση, που εκδηλώνεται χωρίς ειρωνεία, είναι δυο δρόμοι που μπορούν να βοηθήσουν.

Παλιά τελετουργικά και δοκιμασμένα

Τσακώνονται τα ογδονταχρονα κορίτσια !

Στο δωμάτιο επικρατούσε η απόλυτη αναρχία.

Ένα κορδόνι ανάμεσα στα δυο κρεβάτια χώριζε το δωμάτιο  με τη γραμμή του Αττίλα. Η Θεανώ λιβάνιζε το δωμάτιο που μοιραζόταν με τη Πέρσα και ταυτόχρονα έψελνε…

–        «Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν»

Η Πέρσα έκανε αντιπερισπασμό με Τερζή

– «Ήταν παλιόκαιρος τη μέρα που σε γνώρισα»

– Θεέ μου, συγχώρεσέ τη την αμαρτωλή, ψιθύριζε η Θεανώ

– «Συγνώμες κι άλλα θύματα θα πάρουνε τα κύματα, βουλιάζεις την ελπίδα που κρατάω…»

– «Τη Θεοτόκω εκτενώς νυν προσδράμωμεν, αμαρτωλοί και ταπεινοί και προσπέσωμεν …»

– Σκάσε ρε Θεανώ.

– Εσύ να σκάσεις, γριά γυναίκα. Τα κοκκινάδια και τα τραγούδια σε μάραναν.

– Τι πάθατε, ρε κορίτσια? Για όνομα του Θεού! Φώναξε έξαλλος ο ανιψιός, ενώ εκείνη προσπαθούσε να πνίξει τα γέλια της.

–        Δες, δες τι μου ΄χει κάνει! Κρέμασε τα καπέλα της από τη δική μου μεριά . Πάνω στα δικά μου καρφιά.

–        Και καλά κάνω! Ούρλιαξε η Πέρσα

–        Πάει ο άγιος Φανούριος, πάει κι ο άγιος Πατάπιος ! Μου τους έκρυψε με τα παρδαλά της καπέλα.

Πάνω στο κρεβάτι της Θεανώς φιγουράριζαν όλοι οι «εραστές» που πέρασαν από τη ζωή της. Από τον άγιο Νεκτάριο της Αίγινας έως τον Πατάπιο του Λουτρακίου. Στη μεριά της Πέρσας, κολιέ, πολύχρωμα μαντήλια και καπέλα. Όσο για το Ρήγα και το Βαλέ, πρωτοκαθεδρία στο κρεβάτι.

–        Τους έκρυψα τους αγίους σου γιατί, όταν τους βλέπω, έρχομαι σε οργασμό.

–        Πάρ’ τα, ηλίθια! Συνέχισε η Θεανώ και μια μούντζα εκσφενδονίστηκε προς τη πλευρά της Πέρσας.

–        Έλα, Πέρσα, σταματήστε, της έκανε νόημα ο ανιψιός.

–        Ξέρεις τι μου έκανε τη νύχτα? Την ώρα που κοιμόμουν μου έριχνε ψίχουλα από αντίδωρο στο στόμα, για να συγχωρεθούν, λέει, οι αμαρτίες μου. Θα μ’ έπνιγε η τρελή. Από το βήχα ξύπνησα.

–        Έλα, θεία, υπερβάλλεις!

–        Υπερβάλλω ε? Για να ποτίσουν τα ρούχα σου μοσχολίβανο και θα σου πω εγώ. Βγήκα με το Γιώργο και νόμιζε ότι τον απατώ με καντηλανάφτη.

–        Με τον Γιάννη δεν μου είπες ότι θα έβγαινες, μωρή  αθεόφοβη!  Της φώναξε υποτιμητικά η Θεανώ κάνοντας μια γκριμάτσα αποδοκιμασίας.

–        Άλλαξα γνώμη στο δρόμο.

–        Φτου σου, κολασμένη! Δυο δυο τους έχεις τους άντρες?

–        Και δυο που έστειλα στα θυμαράκια τέσσερις.

–        Ανάθεμά σε! Δε θα λιώσεις άμα πεθάνεις.

–        Γιατί θα λιώσεις εσύ?

–        Όλες οι παρθένες λιώνουν.

–        Ναι! Από κατακράτηση υγρών, λόγω αγαμίας.

 

 

Θέατρο η ζωή

Έμεινε ασάλευτη για λίγα δευτερόλεπτα.

Η ζωή της φάνταζε στα μάτια της σαν ένα σκηνικό που έμεινε ολόγυμνο με το τράβηγμα της αυλαίας. Ούτε ηθοποιοί υπήρχαν, γιατί όλους τους ρόλους διάλεξε να τους παίζει μόνη της.

Ο νους της κοιτούσε το παρελθόν, όλα της τα χρόνια είχε κατασκευάσει ένα θέατρο μέσα της κι έπαιζε ποθητούς ρόλους.

Μόλις βαριόταν το έργο , έμπαινε σ’ άλλο και ξανά απ’ την αρχή. Ζούσε σε όνειρο ο,τι αναζητούσε στ’ αλήθεια και δεν είχε τη δύναμη να το πραγματώσει.

Νόμιζε πως ήταν μόνη της κι έμπαινε σε ρόλους. Δεν ήξερες πως εκατοντάδες εγκλωβισμένες γυναίκες γύρω της κάνουν το ίδιο πράγμα καθημερινά.

Θυμήθηκε τα λόγια που της είχε πει, να παρατηρεί τον εαυτό της χωρίς καμιά κριτική, σαν να μην πρόκειται για την ίδια, σαν να παίζει ένα ρόλο σε μια ταινία.

Ξεκίνησε να παρατηρεί, ψύχραιμα κι απρόσωπα, κι όσο παρατηρούσε ανακάλυπτε θησαυρούς . κάποτε νόμιζε πως κάποιος άλλος πιο ειδικός θα μπορούσε να κάνει αυτή τη δουλειά για λογαριασμό της.

 Ξαφνικά την κατέκλυσε μια τρομακτική ενέργεια και μια απρόσμενη αισιοδοξία.

ΤΩΡΑ ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ

– Λοιπόν για πείτε μου πως τα πάτε?

– Τι πως τα πάμε?

– Δεν ρωτάω αν μαγειρέψατε ή αν βάλατε πλυντήριο. Ρωτάω προς τα που πάτε τη ζωή σας.

– Δεν σε καταλαβαίνω …

– Γιατί να με καταλάβεις? Μήπως με ξέρεις ετσι? Τακτοποιήστε τη ζωή σας όσο είναι νωρίς !

– Μια χαρά είναι οι ζωές μας, δεν το βλέπεις?

– Οχι, αυτό που βλέπω είναι οτι πρέπει να βρείτε το θάρρος να ζήσετε όπως σας πρέπει. Αν φοβηθείτε θα αρρωστήσετε.

– Γιατί θ’ αρρωστήσουμε?

– Επειδή δεν αντέχετε άλλα να σκέφτεστε, άλλα να λέτε και άλλα να κάνετε !

– Τι θέλεις να πεις?

– Η μαγιά σας είναι τέτοια , δεν θα μπορέσετε να συμβιβαστείτε. απλά θα πεθάνετε νέες.

– Μην ανησυχείς για μας … , την καθησύχασε βουρκωμένη .

– Δίχως δάκρυα ! Στρώστε τη ζωή σας , ΤΩΡΑ ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ 

– Τι θα πάρεις?

Βρέθηκαν να τρώνε σ’ ενα ταβερνάκι στη Πλάκα η μητέρα , καλοδιατηρημένη γύρω στα εβδομήντα,  με τις δυο της κόρες περασμένα σαράντα, όμορφες γυναίκες, και οι τρείς τους, αρχοντικές.

Η μητέρα αλλιώτικη σήμερα. Στο πρόσωπό της είχαν ζωγραφιστεί μια δύναμη ψυχής και ταυτόχρονα μια παιδική αθωότητα.  Τα κορίτσια παραξενεύτηκαν που είδαν τη μάνα τους να ‘χει τον πρώτο λόγο, ενα λόγο μεστό, δίχως τις περιττές και καλοστόλιστες λέξεις που θολώνουν το νου.

– Μάνα, τι θα πάρεις?

– Τι θα ΄θελα ρωτάς?

– Ναι καλέ !

– Τα χαμένα μου νιάτα .  Μη με κοιτάτε παράξενα. Διώξτε απ τη ψυχή σας το φόβο όσο είναι νωρίς, αλλιώς τη βάψατε.  Με προσοχή, με πολλή προσοχή να διεκδικήσετε τη ζωή σας !

– Τι εννοείς οταν λες με προσοχή ?

– Εννοώ με σεβασμό προς τους άλλους !!

Ήρθε ο σερβιτόρος να πάρει παραγγελία

– Τι θα πάρετε?

Κοιτάζονται και σκάνε και οι τρεις στα γέλια !!!!  Παραγγέλνει η μάνα και για τις τρείς, τις γνωρίζει άλλωστε , είναι ο εαυτός της!

 

 

Βέρα

Μπήκε στο μετρο για να κατέβει στο κέντρο της πόλης, κάθισε σ’ενα απ΄τα διπλά αντικρυστά καθίσματα. Δίπλα κι απέναντί της κάθονταν τρείς γυναίκες περίπου συνομήλικές της, περασμένα σαράντα πλέον.

Τράβηξαν την προσοχή της.

Γυναίκες όμορφες μα και θλιμμένες, σχεδόν αφυδατωμένες απο ζωή. Τι παράξενο!! Κι οι τρείς στριφογύριζαν μηχανικά τις βέρες τους, σαν να ‘παιζαν μπρος πίσω τις ζωές τους. Τα χέρια τους διαφορετικά. Απο πολύ κουρασμένα εργατικά, μέχρι αυτά που δεν έχουν αγγίξει μωρουδιακή πάνα. Οι ζωές τους όμως προφανώς το ίδιο σακατεμένες.

Ξαφνικά πέρασε απο το νού της η μάνα της, που στο εσωτερικό της βέρας δίπλωνε και περνούσε το εισητήριο του λεωφορείου.

Φαίνεται πως αυτός ο χρυσός κρίκος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ποικιλότροπα. Απο το να στηρίξει κανείς την ψευδαίσθηση μιας ζωής εως και να φυλάξει ενα εισητήριο, εισητήριο -μύθο για ενα ταξίδι μιας άλλης ζωήςπου θα ‘θελες  να ‘χες, αλλά που δεν κάνεις τίποτα για να αποκτήσεις.

Όνειρο …

Δεν υπάρχει λογοκρισία στ’ όνειρο.

Αν δεν στοχεύουμε στο αδύνατο, δεν πετυχαίνουμε ούτε καν το εφικτό

Έρωτας πιστός …

Ο αληθινός έρωτας είναι φύσει και θέσει πιστός, οχι με τη σκληρή έννοια της ιδιοκτησίας, αλλά με τους νόμους της καρδιάς.

Σα βρεις αυτό που αληθινά θέλει η καρδιά σου , με μιας εγκαταλείπεις το εγώ σου και προσχωρείς προς τον άλλο, γίνεσαι ενα με κείνον.

Όλο αυτό δεν είναι απλή υπόθεση.

Ταυτόχρονα σαν να σηματοδοτεί και το τέλος της ευχαρίστησης.

 

 

Γ Υ Ν Α Ι Κ Α

– Για να είσαι μες τη φύση σου, πρέπει να νοιάζεσαι ειλικρινά και για τα δυο φύλα

-Κι όταν νοιώθεις πως αδικούν τη φύση σου?

– Μπορεί να ‘σαι γυναίκα και κάποια στιγμή να πρέπει να συμπεριφερθείς δυναμικά. Άλλο δύναμη ψυχής και άλλο τσαμπουκάς. Δεν θα γίνεις τσολιάς για να αποδείξεις τη δύναμή σου !

– Το ίδιο κάνουν κι οι άντρες. Πόσοι θα ΄θελαν ν’ αφήσουν έστω για μια στιγμή να φανούν τα αισθήματά τους…

– Ναι, αλλά τους τρώει το μαράζι μην τους πουν «αδελφές»

– Αυτό πιά !!

– Ξεκόλλα απο κάθε είδους άμυνα και πάρε απόφαση πως είσαι    Γ Υ Ν Α Ι Κ Α !!!!

– Θα προσπαθήσω…

– Θ΄αφήσεις τη μια μάσκα για να φορέσεις την άλλη …

– Γιατί το λές αυτό?

– Δεν θέλει προσπάθεια και τεχνάσματα, νοιώσε γυναίκα και τ’ άλλα θα ‘ρθουν μόνα τους!!!

Περασμένη … εφηβεία

– Πάμε απο την άλλη

– Γιατί?

– Δεν βλέπεις? Ενα ζευγαράκι φιλιέται πίσω απ τα πεύκα !

– Ε, και?

– Καλά, χαζός είσαι ? Θα τους τη σπάσουμε

– Ελα ρε …

– Απορώ με σένα …

– Τι είναι πάλι?

– Ή την εφηβεία την πέρασες σαν φυτό σε γλάστρα ή έχεις πάθει Αλτσχάϊμερ

– Ούτε το ένα , ούτε το άλλο. Απλά ήμουν συνετός .

– Γι αυτό έχεις αυτά τα χάλια !

– Είδαμε κι εσένα , που δε σε μαζεύανε !!

– Τι πάθατε με μένα ?

– Μας έχεις κάτσει στο σβέρκο τώρα, αυτό είναι όλο !!

– Απο θεωρίες … καλά πας …