Δύναμη ψυχής

Ο,τι παραμερίζεται για λίγο, ο,τι καταπιέζεται, έρχεται και ξανάρχεται στο φως, σαν αργή σταύρωση.

Κάποιες γυναίκες δεν ήταν ανεπαρκείς απο καρδιά , αλλά απο δύναμη ψυχής. Μια δύναμη που σε βοηθάει να κάνεις πράξη όσα η καρδιά βρίσκει όμορφα, αγνά και ανιδιοτελή.

Έτσι, σε έλλειψη ψυχικής δύναμης και πάθους, καλύπτουν την αδυναμία τους υποδυόμενες τα θύματα στο έργο της ίδια τους της ζωής.

Παρέλαση

– Εγω φέτος δεν θα κάνω παρέλαση

– Ο λόγος?

– Το θεωρώ καραγκιοζιλίκι όλο αυτό που γίνεται

– Έχει και τη θετική του πλευρά …

– Ποιά είναι αυτή ?

-Το τέλος, η άτακτη υποχώρηση για συνάντηση με τους αυτοκόλλητους

– Σιγά μην περιμένω να πάω στη παρέλαση για να βγω με τους κολλητούς μου !

– Όπως νομίζεις …

– Δεν σε νοιάζει τι θα πουν στο σχολείο?

– Οχι βέβαια !

– Ο μπαμπάς?

– Τι ?

– Τι θα πει?

-Που να ξέρω ? Δεν έχεις παρά να τον ρωτήσεις !

– Ωχ!

– Δεν έχει ωχ !

– Θα το πεις εσύ ?

– Οχι βέβαια ! Γιατί, φοβάσαι?

– Ξέρω πάλι τι θα μου πει …

– Ευτυχώς που κάποιοι άνθρωποι αλλάζουν. Τι να το κάνουν όμως αν εσυ κι εγω τους βλέπουμε με την παλιά τους εικόνα?

– Εντάξει, θα το κάνω, αλλά άμα με πιέσει … να τα βγάλεις εσυ πέρα μαζί του !

– Ούτε να το σκέφτεσαι! Εσύ έχεις το πρόβλημα, εσυ θα το λύσεις !

– Πως?

– Μέσα απο τη κουβέντα με το πατέρα σου !

– Καλά …

Ο πατέρας της την πήρε αγκαλιά για να συζητήσουν.

Η ορμή της εφηβείας της κι οι ανάγκες αυτού του συγκεκριμένου παιδιού, έκαναν το ύφος της συζήτησης ζωήρό.

Κυριαρχούσε ο δικός της μονόλογος, κάπου κάπου έκανε ανακωχή με μια πάσα για διάλογο, κι οταν ένοιωθε απειλή, συνέχιζε ξανά με αντίλογο.

Ίδρωσε μέχρι να καταφέρει να της εξηγήσει τη διαφορά μεταξύ επαναστατημένου και επαναστάτη.

Φάνηκε να τα καταφέρνει.

Η μικρή ανακουφίστηκε όταν πια κατάλαβε τι σημαίνει να ΄ναι κανείς βαθιά κι αληθινά ελευθερος.

– Εντάξει, θα πάω, ειναι ανόητη η αντίδρασή μου, το κατάλαβα. Κάτι ξέρει η μαμά που λέει πως οι άνθρωποι αλλάζουν, αλλά εμείς τους κοιτάμε με τα παλιά μας μάτια.

Μαγκουφιά

Μόνοι ερχόμαστε και μόνοι φεύγουμε απ΄τη ζωή, ανάμεσα στις δυο αυτές στιγμές, φτιάχνουμε όλων των ειδών τις σχέσεις για να ξεγελάσουμε τη μοναξιά μας.

Οσο εύκολα κάνουμε νέες γνωριμίες, άλλο τόσο εύκολα απορρίπτουμε παλιές , που νοιώθουμε οτι τραβούν χαμηλά τη ψυχή μας, τις αποτινάζουμε, ενω σ΄άλλες, νωπές ακόμα απο συναίσθημα, δίνουμε όλη μας την ύπαρξη.

Το πάρε δώσε του αιώνα μας, που για εύηχους λόγους αποκαλούν φιλία, με αφήνει παγερά αδιάφορη.

Σχέσεις βασισμένες σε ανθρώπινα καλλωπιστικά φκιασιδώματα και επ΄αορίστου χρόνου φληναφήματα προκειμένου να ξορκιστεί ο φόβος της μαγκουφιάς.

Τις «μοναξιασμένες» και ανυποψίαστες πτυχές της ψυχής μου , τις κοινοποιώ μόνο σε ανθρώπους που περπατούν με απόλυτη σαφήνεια στο πλάϊ της δικής μου καρδιάς , με βαθιά επικοινωνία.

Τα αντίθετα

 

 Είναι η αρχή και το τέλος του ίδιου πράγματος, οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Όσο βαθαίνουμε περισσότερο στον εαυτό μας, νοιώθουμε πως, αυτά τα αντίθετα είναι αλληλοσυμπληρούμενα.

Το ξύπνημα

– Μην ανησυχείς, κλείστηκε για λίγο στον εαυτό της, μην κάνεις το θέμα ανάθεμα!

– Πολύ θα ήθελα να το πιστέψω, αλλά πάει πάντα χέρι χέρι με τα στραβά της ζωής …

– Οι άνθρωποι αλλάζουν …

– Δεν φοβάμαι την αλλαγή. Φοβάμαι μην την πάρει ο ύπνος και μείνει για πάντα κοιμισμένη. Φοβάμαι ακόμα και το αντίθετο, μην ξυπνήσει απότομα …

– Θα ξυπνήσει, σιγά σιγά κι ανάλαφρα και κάπως έτσι θα βγει απο την ανημποριά.

Οι μηχανοραφίες του νου κάποτε τελειώνουν και τότε οι άνθρωποι ή βυθίζονται σε μια μόνιμη χειμερία νάρκη ή ξυπνούν απότομα απο ενα βαθύ ύπνο.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, μπαίνει σε λειτουργία ένας μηχανισμός που ή σε σπρώχνει με ορμή να ζήσεις ή σε κρατά γερά φυλακισμένο και σε αρρωσταίνει λίγο λίγο μέχρι να σε αποτελειώσει.

Σ’ ενα διάλογο με τη καρδιά, χωρίς τη συμμετοχή του νου

 
Η ανηφοριά του έρωτα μας σμιλεύει, μας ομορφαίνει, μας ζεσταίνει, να την παίρνουμε απο την ανάποδη και να γλυστράμε σαν σε τσουλήθρα.

Γιατί οι ερωτικοί σύντροφοι έπαψαν να ‘χουν διακριτό ρόλο.

Τι πράμα και τούτο!

Κι όσο βαθαίνει κανείς πέρα απο την επιχωμάτωση, ανακαλύπτει γύρω του, όλο και περισσότερες ασύμπτωτες περιστασιακές συνευρέσεις μοναχοδαρμένων ανθρώπων, που γδέρνονται και γερνάν αφήνοντας τα κομμάτια της σάρκας τους εδω κι εκεί.

Σαν να μιλάμε για μια φυλή, για μια κοινότητα που αλληλοϋποστηρίζει τους μη διακριτούς ρόλους, που χαϊδεύει και διευκολύνει τις υποθέσεις του νου, αλλά παράλληλα ρημάζει, τις υποθέσεις της καρδιάς.

Ποιό , διάολε, είναι το όριο όπου γειτονεύει η ηθική με την ανηθικότητα!

Σ’ ενα διάλογο με τη καρδιά, χωρίς τη συμμετοχή του νου, εκεί βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα.

«Καλύτερα κολασμένη στο κλουβί, παρά παρθένα στη γύρα»

Μια μερίδα γυναικών υποτάσσεται τυφλά στα «θέλω» των συζύγων τους.

Αναρωτιέμαι ποιά νά ΄ναι τα κίνητρα του άντρα που θέλει τη γυναίκα στο σπίτι.

Ίσως ξεκινά απο την ανάγκη να εξασφαλίσουν σύζυγο δια βίου, πάνω σ’ αυτό χτίζουν φανατικά την παραδοσιακή αξία που θέλει τη γυναίκα έγκλειστη, σαν φάντασμα σε πύργο.

Όπως και να το κάνουμε «καλύτερα κολασμένη στο κλουβί, παρά παρθένα στη γύρα». Στο κλουβί την ελέγχεις, τρώει όσο της δίνεις, πετάει όσο της επιτρέπεις. Ελεύθερη είναι επικίνδυνη, καθώς υπάρχει η επιλογή μιας άλλης τροφής, ενός ψηλότερου πετάγματος.

Κι όσο εσυ νομίζεις πως είσαι ασφαλής, αυτή χρόνο με το χρόνο, παίρνει το καναβούρι που την ταϊζεις και μ αυτό υψώνει τον τοίχο της. Ένα τοίχο φτιαγμένο απο σπόρους που φύτεψες στη ψυχή της. Σπόρους μοναξιάς, αναμονής, αποκοιμίσματος, θλίψης.

Ενα τοίχο που δεν θα σου επιτρέψει να τον διαπεράσεις ποτέ, κι ενω νομίζεις οτι σου ανήκει, ξυπνάς ενα πρωί και βλέπεις το κλουβί άδειο.

Η ίδια δεν έχει φύγει. Που να πάει άλλωστε. Το σώμα είναι εκεί, αλλά η ψυχή απούσα.

Εσύ έχεις το αντρικό προνόμιο να χάσεις τη ψυχή σου στη γύρα, στην εμπειρία, στην αυταρέσκεια, για να την ξανακερδίσεις κάποτε. Αυτή την έσωσε απο την πίκρα του φυλακισμένου, με το ονειροφάντασμα της καθημερινής σου αργοπορίας, με κρυφά γεννήματα κι ανησυχίες για το που οδηγείς τη ζωή σου.

Αυτή η πίκρα που έγινε μόνιμη και εμφανίζεται ερήμην της κάθε φορά που η καρδιά της σε ανακαλεί.

Κι ύστερα έρχεσαι σαν άλλος θεραπευτής, για να γιατρέψεις τα ελαττώματά της, μόνο που δεν είναι ελαττώματα αλλα πληγές.

Σ’ αυτή τη ψυχή χαράχτηκε το εύθραυστο, κι εσυ συνεχίζεις κι αναρωτιέσαι … » Τι της έλειψε απο μένα?»

Μονόδρομος …

– Δεν μπορείς να κάνεις κάτι γι αυτό…

– Το ξέρω, αλλά δεν παύει να με προβληματίζει …

– Αν πρέπει να μάθει κάτι απ αυτό, θα πονέσει …

– Έχουμε δει πολλούς να γίνονται χειρότεροι μέσα απ τον πόνο …

– Έτσι είναι : ή θα μάθει ή θα ταμπουρωθεί και θα γίνει πέτρα. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Εσύ να εύχεσαι το καλύτερο και να είσαι δίπλα της …

Τι είναι ?

– Καλά, με περνάει για ηλίθια? Δεν καταλαβαίνει πως βλέπω οτι υποκρίνεται?

– Οχι …

– Γιατί οχι ?

– Επειδή έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό της !

– Ηλίθια είναι ?

– Ξύπνια όσο δεν βάζει ο νούς σου !

Η μουρμούρα του μυαλού

Κάποιες στιγμές, ασυνείδητα, μπαίνω στο παιχνίδι των άλλων.

Το βλέπω λίγο μετά και θυμώνω που δεν πρόλαβα το συναίσθημα τη στιγμή της γέννησής του.

Νοιώθω μια μορφή αυτοπροδοσίας αφου δεν μπορώ να αξιοποιήσω συνειδητά όσα ο νους αντιλαμβάνεται.

Αντε να ησυχάσει κανείς όταν μουρμουρίζει το μυαλό !!